Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Γ.Χριστόπουλος:«Το παλιό Περιστέρι μέσα από τα μάτια ενός αρτίστα»

Κατηγορία Παρασκήνια
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)

Ηθοποιός, χορευτής και χορογράφος. Για μισό αιώνα από το 1960/61 μέχρι το 2011 που πάτησε για τελευταία φορά το θεατρικό σανίδι ο Γιάννης Χριστόπουλος γέννημα-θρέμμα του Μουσικού Θεάτρου στάθηκε πλάι στα μεγαλύτερα ονόματα, έκανε αμέτρητες περιοδείες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Όλα όμως ξεκίνησαν από το Περιστέρι. Από την οδό Ολύμπου στον Παλαιό Ταξιάρχη που είδε για πρώτη φορά το φως της ζωής πριν από 75 χρόνια. Ο Γιάννης Χριστόπουλος έχει πολλά να θυμηθεί από εκείνο το Περιστέρι αλλά και πολλά γαργαλιστικά στιγμιότυπα που του έχουν μείνει αξέχαστα. Ας τον αφήσουμε καλύτερα να μας τα διηγηθεί ο ίδιος αποκλειστικά για το «Αθλητικό Περιστέρι».

«Απέναντι από την οδό Ολύμπου που γεννήθηκα το 1946  ήταν μια αλάνα που την λέγαμε «Τσούμπα» κι εκεί μαζευόμασταν όλα τα παιδιά για να παίξουμε. Δεν υπήρχε άσφαλτος εκείνη την εποχή και η γειτονιά είχε μόνο μονοκατοικίες.  Όταν έβρεχε και πλημμύριζαν οι δρόμοι, κάτι που γινόταν συχνά έβλεπα ανθρώπους με τις σκάφες που πλενόμαστε να τις χρησιμοποιούν για να διασχίσουν τους δρόμους. Παιδάκι επτά χρόνων από τότε που είχα αρχίσει να καταλαβαίνω τι θέλω να κάνω στη ζωή μου όταν έβρεχε η πρώτη μου δουλειά ήταν να πάω με τους φίλους μου στο πατρικό της Ζωής Φυτούση στον Άγιο Αντώνιο για να βοηθήσουμε την μητέρα της γιατί το σπίτι ήταν υπόγειο και πάντα πλημμύριζε. Περιστεριώτης ήταν και ο Θάνος Μαρτίνος που έμενε και αυτός στον Άγιο Αντώνιο. Τις Κυριακές που γινόταν το νυφοπάζαρο στην Παναγή Τσαλδάρη πήγαινα και κολλούσα δίπλα του για να με βλέπουν ότι κάνω παρέα με τον Μαρτίνο. Από τότε ήμουν ψώνιο. Δημοτικό πήγα δημόσιο αλλά επειδή ήμουν «ντουβάρι» οι γονείς μου με έγραψαν σε ιδιωτικό γυμνάσιο του τότε δημάρχου Περιστερίου Σελίμη που με είχε ταράξει στο ξύλο. Δεν ήμουν καλός μαθητής, μόνο στη γυμναστική τα πήγαινα καλά και ότι κάναμε γύρω από το θέατρο. Πολύ κοντά από το δικό μου σπίτι, στα 200 μέτρα ήταν το σπίτι των «Στρατηγών» στη Βασιλέως Αλεξάνδρου. Εγώ από τότε είχα επηρεαστεί και θαύμαζα τις αδελφές Στρατηγού. Κάθε Κυριακή ήξερα ότι μαζευόταν όλη η οικογένεια για φαγητό, έτσι κι εγώ πήγαινα σπίτι τους πίσω από τα κάγκελα για να τους δω. Ερχόταν ο Στέφανος Στρατηγός με την Γκέλυ Μαυροπούλου, ο Βοσκόπουλος με την Στέλλα Στρατηγού, θυμάμαι την μητέρα τους την κυρά Αμαλία. Αν και κοντά στο σπίτι μου ήταν το γήπεδο του Ατρόμητου δεν πήγα ποτέ για να δω κάποιο παιχνίδι, αντίθετα πήγαινε συχνά ο αδελφός μου ο Γιώργος και αυτός ηθοποιός που έπαιξε κιόλας στον Ατρόμητο στις μικρές ομάδες».

Και ο Γιάννης Χριστόπουλος συνεχίζει την νοσταλγική του αφήγηση: «Κοντά μας έμενε βέβαια και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Η μάνα μου είχε συγγένεια. Γεννήθηκε στους Μύλους Καρύστου μαζί με τον Γρηγόρη και όταν αυτός ήρθε στο Περιστέρι με τη μητέρα του ήρθε και η μάνα μου  μαζί με τον αδελφό της. Ο Γρηγόρης ασχολήθηκε με το μπουζούκι και ο πατέρας μου που δούλευε στον ΟΤΕ του έκανε «αβάντα» στις ταβέρνες. Φορούσε το κουστούμι του και η μάνα μου, του φώναζε «καλά δεν ντρέπεσαι να μαζεύεις λεφτά για τον Γρηγόρη;» γιατί ο πατέρας μου έβγαζε το καπέλο του και ζητούσε από τους θαμώνες να προσφέρουν χρήματα για τον Γρηγόρη. Η μάνα του Μπιθικώτση παραπονιόταν στη μάνα μου επειδή ο γιος της γυρνούσε στις ταβέρνες του Περιστερίου.

Οπτασία» και «Ορφέας

Το 1962 στα 16 μου χρόνια βγήκα στο Παιδικό Θέατρο. Ο αδελφός μου πήγαινε στη σχολή του Λυκούργου Σταυράκου και είχε συμμαθήτρια την Κία Μπόζου. Τα έφτιαξαν και η Κία ήρθε να μείνει μαζί μας στο Περιστέρι γιατί ζούσε μόνη της. Εκείνη ήταν που με πήγε στη σχολή χορού της Αλίκης Βέμπο, αδελφής της Σοφίας, κρυφά από τους δικούς μου και πλήρωνε μάλιστα τα δίδακτρα. Το 1962 πάλι η Κία μεσολάβησε και πήγα σε μια οντισιόν με χορευτές στο θέατρο του Γιώργου Παππά παίρνοντας καλές κριτικές και παράλληλα  έπαιζα στο δημοτικό θέατρο Πειραιά τη «Θυσία του Αβραάμ» το ρόλο του Άγγελου. Την Σάρα την έπαιζε η Ίλια Λυβικού εναλλάξ με την Μαργαρίτα Γεράρδου και την Αθηνά Κασαβέτη. Το 1963 με πήρε ο μαέστρος Μενέλαος Θεοφανίδης στην επιθεώρηση «Και φέτος διασκεδάζουμε» του Μίμη Τραϊφόρου στο «Βέμπο» και για 50 περίπου χρόνια ήμουν μόνιμα στο μουσικό θέατρο.

Παρέλειψα να σας πω ότι στην πλατεία Περιστερίου υπήρξε στη δεκαετία του ’50 ένα από τα μεγαλύτερα βαριετέ, η «Οπτασία» την οποία είχε ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος.  Πέρασε από εκεί όλο το ελληνικό θέατρο. Εγώ χωνόμουν μέσα από τα σύρματα για να βλέπω τις παραστάσεις. Θυμάμαι τον «Μητσάρα» ένα μεγάλο αρτίστα. Εκεί πρωτοείδα τη Νινή Ζαχά να παίζει κλακέτες και όργανα. Η μεγάλη αγάπη του Γιαννόπουλου ήταν η Μπέμπα Δόξα, πρωταγωνίστρια της οπερέτας. Δεν τον ήθελε η μάνα της, μια τα έφτιαχναν μια χώριζαν. Θυμάμαι ότι ο συγγραφέας Ναπολέων Ελευθερίου είχε συναντήσει τον Γιαννόπουλο έξω από ένα θέατρο. Ήξερε ότι είχαν χωρίσει με τη Μπέμπα και τον ρώτησε «Βαγγέλη πως και από εδώ;». Ο Γιαννόπουλος του απάντησε ότι τα είχαν ξαναφτιάξει και τότε ο Ελευθερίου του είπε το αμίμητο: «Κατάλαβα και ξανά προς τη Δόξα τραβάς». Στις αρχές της τηλεόρασης αν θυμάστε ο Κώστας Πρετεντέρης έγραφε τα περισσότερα σίριαλ. Ο Γιαννόπουλος που ενδιαφερόταν ακόμη για τη Δόξα τον πήρε τηλέφωνο και του είπε: «Βρε Κώστα για τόσες γράφεις, γράψε και ένα ρόλο για τη Δόξα» για να του απαντήσει ο Πρετεντέρης: «Βαγγέλη μου τώρα ούτε μπέμπα υπάρχει ούτε δόξα».

Μεγάλο θέατρο στο Περιστέρι ήταν βέβαια και ο «Ορφέας» έπαιξα τοι καλοκαίρι του ’71 με την Αλέκα Στρατηγού και την Έφη Οικονόμου.  Αλλάζαμε όμως παράσταση και ήταν πολύ κουραστικό. Έκανα τα πάντα και έπαιζα και χόρευα και χορογραφούσα και κουστούμια διάλεγα. Ωραίο θέατρο ο «Ορφέας» πέρασαν μεγάλα ονόματα.

 

Οικονομίδης και Χατζηχρήστος

«Τα τελευταία χρόνια μένω στον Κολωνό στην οδό Τριπόλεως αλλά τα εκλογικά μου δικαιώματα ακόμη στο Περιστέρι τα έχω. Είναι περήφανος γιατί με επέλεξαν για φίλο τους ο Γιώργος Οικονομίδης και ο Κώστας Χατζηχρήστος ενώ από τις γυναίκες η Μπέτυ Μοσχονά μια σπουδαία ηθοποιός και άνθρωπος. Στο θέατρο με πήγαινε η γιαγιά μου και όταν κάποια στιγμή συνεργάστηκα με τη Μαρίκα Νέζερ στο «Περοκέ» της είπα απέξω ένα νούμερο της που είχα δει όταν ήμουν μικρός. «Βρε Γιαννάκη θα με τρελάνεις πως το θυμάσαι;» ακόμη έχω τη φωνή της στα αφτιά μου. Σπουδαία ήταν η Καίτη Μπελίντα, μια απίστευτη γυναίκα, μικρόσωμη που στη σκηνή φαινόταν τεράστια. Βέβαια να τονίσω ότι για 8 χρόνια ήμουν στο μπαλέτο Φλερύ – Λίντα Άλμα. Η θεά του χορού. Γυναίκα του Μάνου Κατράκη. Τη ζήλευα, είχα πλατωνικό έρωτα μαζί της. Μια φορά ήμασταν σε πρόβα μαζί με τον Νίκο Παπαναστασίου. Έρχεται η Λίντα και με ρωτάει «Γιαννάκη πιο είναι αυτό το ωραίο αγόρι;». Εγώ επειδή ζήλευα και για την ξενερώσω της απάντησα: «Απα πα, μακριά από αυτόν Λίντα μου. Νίκο Παπαναστασίου τον λένε. Έχω ακούσει τα χειρότερα γι’ αυτόν». Αργότερα γίναμε φίλοι με τον Νίκο, του το διηγήθηκα και ρίξαμε πολύ γέλιο. Με τον Γιάννη Φλερύ τσακωνόμασταν συνεχώς αλλά μου έλεγε «έχε χάρη αλλιώς θα σου έλεγα» υπονοώντας τη Λίντα Άλμα. Τον χειμώνα του ΄99 πήγα και την είδα για τελευταία φορά στο ξενοδοχείο που έμενε, κλαίγαμε δέκα λεπτά αγκαλιά». Τελευταία μου παράσταση ήταν μια κωμωδία στο θέατρο Κυψέλης το 2011 που έπαιξα για συναισθηματικούς λόγους. Ουσιαστικά είχα σταματήσει το 2003 στο θέατρο Χατζηχρήστου. Τώρα πια μέσα από την σελίδα μου στο Facebook «Μουσικό Θέατρο» ανεβάζω φωτογραφήσεις γυρνώντας τα χρόνια πίσω. Χρόνια αξέχαστα που δεν ξαναγυρνούν».