Είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται μαζί με τη συμφυτική θυλακιτίδα και την περιαρθρίτιδα για να περιγράψουν μια κατάσταση που απασχολεί περίπου 20% των ασθενών με προβλήματα στον ώμο που επισκέπτονται τον ορθοπεδικό και τον φυσικοθεραπευτή.
Συνήθως έχει μια αιφνίδια και χωρίς αιτία έναρξη σε άτομα άνω των 40 χρονών (πρωτοπαθής παγωμένος ώμος) ή παρουσιάζεται σε άτομα που έχουν οστεοαρθρίτιδα, ρευματοειδή αρθρίτιδα, έχουν υποστεί κάποιο τραυματισμό ή έχει προηγηθεί μακρά περίοδος ακινητοποίησης της άρθρωσης (δευτερογενής παγωμένος ώμος).
--- Συνήθως ο ασθενής αναζητεί ιατρική βοήθεια στο αρχικό στάδιο όπου επικρατεί η φλεγμονή. Αντιφλεγμονώδη φάρμακα και ενέσεις στεροειδών θεωρούνται η κατάλληλη αγωγή για αυτή την περίοδο. Τα οφέλη όμως είναι μόνο βραχυπρόθεσμα, προσφέροντας πιθανόν μια μικρή μόνο ανακούφιση από τον πόνο και μια πρόσκαιρη αύξηση του εύρους της κίνησης ενώ τα αντιφλεγμονώδη χάπια μπορεί να προκαλέσουν ενοχλήσεις στο στομάχι. Είναι λοιπόν καλύτερα να χρησιμοποιηθούν αρχικά απλά αναλγητικά συνοδευόμενα ίσως από κρυοθεραπεία για την αντιμετώπιση του έντονου πόνου.
--- Η φυσικοθεραπεία μπορεί να ξεκινήσει όταν ο ασθενής δεν έχει άλλο πόνο κατά την ηρεμία. Η θεραπεία περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες ασκήσεις στο περιορισμένο τελικό εύρος κίνησης, αρχικά υποβοηθούμενες από το άλλο χέρι και αργότερα ενεργητικά μόνο από το πάσχον άκρο, και απαιτεί την ενεργή συμμέτοχη του ασθενή καθώς μαθαίνει να κάνει βασικές κινήσεις, όπως η έσω στροφή, η κάμψη και η έκταση του ώμου. Οι ασκήσεις θα πρέπει να επαναλαμβάνονται δέκα με δώδεκα φορές η καθεμία τρεις ή τέσσερις φορές την ημέρα.
---- Όταν πλέον δεν σημειώνονται σημαντικές αλλαγές τόσο στα συμπτώματα όσο και στο εύρος κίνησης του ασθενή, ο φυσικοθεραπευτής μπορεί να πραγματοποιήσει ορισμένες παθητικές κινητοποιήσεις στις κινήσεις που δεν έχουν αποκατασταθεί ακόμα. Αν παρόλα αυτά μετά από μερικές συνεδρίες δεν υπάρχει σημαντική πρόοδος, ο ασθενής συνεχίζει το ατομικό του πρόγραμμα για όσο διάστημα χρειαστεί λόγω και της παρατεταμένης φύσης του παγωμένου ώμου.